Μια νέα έρευνα σε πειραματόζωα, που εντάσσεται στο πολλά υποσχόμενο πεδίο της αναγεννητικής ιατρικής, ανοίγει το δρόμο για την αναδημιουργία κυττάρων της καρδιάς σε ανθρώπους. Αμερικανοί επιστήμονες, επεμβαίνοντας σε τρία γονίδια, «ανάγκασαν» κοινά κύτταρα από τις καρδιές ποντικιών να μετατραπούν σε κύτταρα καρδιακού μυ, χωρίς να χρειαστεί καν αυτά να περάσουν από ένα ενδιάμεσο στάδιο εμβρυικού-βλαστικού κυττάρου...
Αν η τεχνική έχει επιτυχία και στους ανθρώπους, θα παρέχει μια πηγή νέων κυττάρων για τον καρδιακό μυ για εκατομμύρια ανθρώπους που πάσχουν από καρδιοπάθεια, χωρίς να χρειάζονται μεταμοσχεύσεις ή ηλεκτρονικές συσκευές. Η μέθοδος είναι το τελευταίο παράδειγμα της διαδικασίας του «κυτταρικού αναπρογραμματισμού» ή της «υπερδιαφοροποίησης», κατά την οποία ενήλικα κύτταρα παίρνουν μια τελείως διαφορετική «ταυτότητα», χωρίς να χρησιμοποιούνται βλαστοκύτταρα.
Η ανακάλυψη, με επικεφαλής τον βιολόγο Ντίπακ Σριβαστάβα, διευθυντή του Ινστιτούτου Καρδιοαγγειακών Παθήσεων Γκλαντστόουν του Σαν Φρανσίσκο, παρουσιάστηκε στο περιοδικό «Cell». Όταν καταστρέφεται ο καρδιακός μυς (χάρη στον οποίο χτυπάει η καρδιά), δεν μπορεί να αυτο-επιδιορθωθεί. Σταδιακά, με το πέρασμα του χρόνου, η ζημιά χειροτερεύει και η καρδιά εξασθενεί, καθιστώντας συχνά αναγκαία την μεταμόσχευση.
Η ομάδα του Σριβαστάβα χρησιμοποίησε ένα τύπο κοινών δομικών κυττάρων της καρδιάς (ινοβλάστες), που παρέχουν στήριξη στην καρδιά, αλλά δεν κτυπούν, για να τα μετατρέψει -με τη βοήθεια των τριών γονιδίων- σε κύτταρα του καρδιακού μυ που συνεχώς συστέλλεται και διαστέλλεται, επιτρέποντας έτσι ξανά στην καρδιά να κτυπά φυσιολογικά.
Οι ερευνητές τώρα θα επιχειρήσουν να κάνουν το ίδιο με κύτταρα από καρδιές ανθρώπων. Παραμένει πάντως αβέβαιο το αποτέλεσμα, καθώς νέα κύτταρα που προέρχονταν από βλαστικά κύτταρα και μεταμοσχεύτηκαν στον καρδιακό μυ, απέτυχαν να ενσωματωθούν καλά και να αποκαταστήσουν την υγεία της καρδιάς.
Όμως ίσως η νέα μέθοδος της «υπερδιαφοροποίησης» -που δεν έχει ανάγκη τα βλαστικά κύτταρα- να αποδειχθεί πιο αποτελεσματική.